Συζυγία των ρημάτων
Στο λεξικό τα ρήματα είναι στον βασικό τους τύπο, δηλαδή στο απαρέμφατο. Στο απαρέμφατο λήγουν τα ρήματα σε -εν (machen) ή -n (wandern).
Αν διώξουμε την κατάληξη του απαρεμφάτου θα παραμείνει το θέμα του ρήματος - mach-, wander-. Το θέμα του ρήματος λαμβάνει σε κάθε πρόσωπο διαφορετική κατάληξη.
Τα περισσότερα ρήματα λαμβάνουν τις ακόλουθες καταλήξεις:
|
-e |
|
-st |
|
-t |
|
-en |
|
-t |
|
-en |
π.χ.
ich komme
|
wir kommen
|
du kommst
|
ihr kommt
|
er, sie, es kommt
|
sie, Sie kommen
|
ich mache
|
wir machen
|
du machst
|
ihr macht
|
er, sie, es macht
|
sie, Sie machen
|
ich brauche
|
wir brauchen
|
du brauchst
|
ihr braucht
|
er, sie, es braucht
|
sie, Sie brauchen
|
Τις μορφές ορισμένων ρημάτων πρέπει να τις μάθει κανείς απ'έξω.
ich bin
|
wir sind
|
du bist
|
ihr seid
|
er, sie, es ist
|
sie, Sie sind
|
ich habe
|
wir haben
|
du hast
|
ihr habt
|
er, sie, es hat
|
sie, Sie haben
|
ich werde
|
wir werden
|
du wirst
|
ihr werdet
|
er, sie, es wird
|
sie, Sie werden
|
ich weiß
|
wir wissen
|
du weißt
|
ihr wisst
|
er, sie, es weiß
|
sie, Sie wissen
|
Όταν το θέμα του ρήματος λήγει σε:
- -s- → reis-en (= ταξιδεύω)
- -ss- → küss-en (= φιλάω)
- -ß- → heiß-en (= ονομάζομαι)
- -z- → duz-en (= μιλώ στον ενικό)
- -tz- → sitz-en (= κάθομαι)
λαμβάνει στο 2ο πρόσωπο ενικού (du=εσύ) την κατάληξη –t.
ich heiße
|
wir heißen
|
du heißt
|
ihr heißt
|
er, sie, es heißt
|
sie, Sie heißen
|
Όταν το θέμα του ρήματος λήγει σε:
- -t- → arbeit-en (= δουλεύω)
- -d- → bad-en (= κάνω μπάνιο)
- -tm- → atm-en (= αναπνέω)
- -chn- → zeichn-en (= σχεδιάζω)
- -ffn- → öffn-en (= ανοίγω)
λαμβάνει στο 2ο πρόσωπο ενικού (du=εσύ) την κατάληξη –est.
λαμβάνει στο 3ο πρόσωπο ενικού (er=Αυτός, sie=αυτή, es=αυτό) την κατάληξη –et.
λαμβάνει στο 2ο πρόσωπο πληθυντικού (ihr=εσείς) την κατάληξη –et.
ich arbeite
|
wir arbeiten
|
du arbeitest
|
ihr arbeitet
|
er, sie, es arbeitet
|
sie, Sie arbeiten
|
ich bade
|
wir baden
|
du badest
|
ihr badet
|
er, sie, es badet
|
sie, Sie baden
|
Όταν το θέμα του ρήματος λήγει σε:
- -eln-→ sammeln (= συλλέγω)
παραλείπεται στο πρώτο πρόσωπο ενικού (
ich
(= εγώ)
) το -e του θέματος του ρήματος
λαμβάνει το θέμα του ρήματος στο πρώτο πρόσωπο πληθυντικού (
wir
(= εμείς)
) και στο τρίτο πρόσωπο πληθυντικού (
sie
(= αυτοί, Εσείς (πληθυντικός ευγενείας))
,
Sie
(= Αυτή)
) την κατάληξη -n.
ich sammle
|
wir sammeln
|
du sammelst
|
ihr sammelt
|
er, sie, es sammelt
|
sie, Sie sammeln
|
Σε μερικά ρήματα στην κλίση του ρήματος αλλάζει το φωνήεν στο θέμα του ρήματος. Η αλλαγή του φωνήεντος εμφανίζεται μόνο στο 2ο πρόσωπο ενικού (du=εσύ) και στο 3ο πρόσωπο ενικού (er=Αυτός, sie=αυτή, es=αυτό).
a → ä στο schlafen (κοιμάμαι)
ich schlafe
|
wir schlafen
|
du schläfst
|
ihr schlaft
|
er, sie, es schläft
|
sie, Sie schlafen
|
ich laufe
|
wir laufen
|
du läufst
|
ihr lauft
|
er, sie, es läuft
|
sie, Sie laufen
|
ich trage
|
wir tragen
|
du trägst
|
ihr tragt
|
er, sie, es trägt
|
sie, Sie tragen
|
e → i στο geben (δίνω)
ich gebe
|
wir geben
|
du gibst
|
ihr gebt
|
er, sie, es gibt
|
sie, Sie geben
|
ich nehme
|
wir nehmen
|
du nimmst
|
ihr nehmt
|
er, sie, es nimmt
|
sie, Sie nehmen
|
e → ie στο sehen (βλέπω)
ich sehe
|
wir sehen
|
du siehst
|
ihr seht
|
er, sie, es sieht
|
sie, Sie sehen
|
Modalverben
Τα Modalverben τροποποιούν την έννοια του ρήματος στην πρόταση. Τα Modalverben καθορίζουν τη έννοια της μέσω του ρήματος εκφρασθείσας δραστηριότητας στην πρόταση. Το δεύτερο ρήμα μετά το Modalverb είναι πάντα στο απαρέμφατο στο τέλος της πρότασης.
-
können (μπορώ) - ικανότητα / δυνατότητα:
Ich kann gut schwimmen.= Μπορώ καλά να κολυμπάω. Das Auto ist kaputt. Wir können nicht weiter fahren.= Το αυτοκίνητο έχει χαλάσει. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε. Können Sie mir helfen?= Μπορείτε να με βοηθήσετε; Die Medikamente kann man nur mit Rezept kaufen.= Τα φάρμακα μπορεί κανείς να τα αγοράζει μόνο με συνταγή. -
dürfen (επιτρέπεται να) - άδεια / απαγόρευση:
Hier dürfen Sie nicht rauchen!= Εδώ δεν επιτρέπεται να καπνίζετε! Die Bank darf das Geld für das Mittagessen abbuchen.= Η Τράπεζα μπορεί να χρεώσει τα χρήματα για το μεσημεριανό γεύμα. -
müssen (πρέπει να) - υποχρέωση / ανάγκη:
Ich muss den Aufsatz bis morgen schreiben.= Πρέπει να γράψω την έκθεση μέχρι αύριο. Ich muss zum Hauptplatz.= Πρέπει να πάω στην κεντρική πλατεία. Hier musst du den Namen angeben.= Εδώ πρέπει να ορίσεις τα ονόματα. -
wollen (θέλω) - ευχή / πρόθεση:
Wir wollen am Wochenende an die Ostsee fahren.= Θέλουμε το Σαββατοκύριακο να πάμε στη Βαλτική Θάλασσα. Ich will dich heiraten.= Θέλω να σε παντρευτώ. Wollen wir etwas essen?= Θέλουμε να φάμε κάτι; -
sollen (πρέπει) - υποχρέωση / επανάληψη μιας προτροπής:
Du sollst deiner Oma helfen.= Πρέπει να βοηθήσεις τη γιαγιά σου. Der Arzt sagt, ihr sollt mehr Obst essen.= Ο γιατρός λέει, πρέπει να τρώτε περισσότερα φρούτα. Soll ich den Notarzt rufen?= Πρέπει να πάρω τον γιατρό πρώτων βοηθειών; -
mögen (μου αρέσει) - αρέσκεια/ αγάπη. Το Modalverb „mögen“ είναι μόνο του στην πρόταση.
Ich mag keine Schokolade.= Δε μου αρέσει η σοκολάτα. Ich mag türkisches Essen.= Μου αρέσει το τουρκικό φαγητό. -
möchten (θα ήθελα) -ευχή. Το Modalverb „möchten” είναι ο γραμματικός τύπος της υποτακτικής ΙΙ του ρήματος „mögen” και έχει δική του έννοια = ευχή.
Ich möchte mit Frau Riedel sprechen.= Θα ήθελα να μιλήσω με την κυρία Riedel. Wie möchten die Deutschen am liebsten wohnen?= Πώς θα ήθελαν καλύτερα οι Γερμανοί να μένουν; Ich möchte eine Massage haben.= Θα ήθελα να έχω ένα μασάζ. -
χρειάζομαι + zu + απαρέμφατο
Το αρνητικό müssen αντικαθίσταται συχνά με τη σημασία της ανάγκης μέσω του nicht brauchen . Με αυτό εκφράζει κανείς, ότι κάποιος δεν πρέπει να κάνει κάτι. Σε αυτήν την περίπτωση το brauchen θα χρησιμοποιηθεί ως βοηθητικό ρήμα (Modalverb) και έχει πάντα μαζί μία αρνητική λέξη και ένα απαρέμφατο.Wir müssen morgen nicht früh aufstehen, denn es ist Wochenende.= Δεν πρέπει να σηκωθούμε αύριο νωρίς, γιατί είναι Σαββατοκύριακο. Wir brauchen morgen nicht früh aufzustehen, denn es ist Wochenende.= Δε χρειάζεται να σηκωθούμε αύριο νωρίς, γιατί είναι Σαββατοκύριακο. Επίσης το „brauchen“ (=χρειάζομαι) μπορεί να χρησιμοποιηθεί θετικά με μία περιοριστική λέξη, όπως „erst (=μόλις), nur (einfach) (=μόνο), bloß (=μόνο), kaum (=καθόλου)“, για να εκφράσει ανάγκη.
Du brauchst erst nächste Woche einzukaufen, noch haben wir viel zu essen und zu trinken.= Την επόμενη βδομάδα θα χρειαστείς να ψωνίσεις, ακόμα έχουμε πολύ να φάμε και να πιούμε. Um erfolgreich zu werden, brauchst du nur etwas mehr zu arbeiten, dann schaffst du es bestimmt.= Για να γίνεις επιτυχημένος, χρειάζεται μόνο να δουλέψεις λίγο παραπάνω, τότε θα τα καταφέρεις σίγουρα.
Τα Modalverben μπορούν να εμφανιστούν χωρίς δεύτερο ρήμα, όταν τα συμφραζόμενα είναι κατανοητά.
Ich muss zum Arzt.
|
= Πρέπει να πάω στον γιατρό. |
Ich backe die Pizza. Du kannst es nicht!
|
= Εγώ ψήνω την πίτσα. Εσύ δεν μπορείς! |
Στη συζυγία των Modalverben το 1ο και το 3ο πρόσωπο είναι ίδια.
ich kann
|
wir können
|
du kannst
|
ihr könnt
|
er, sie, es kann
|
sie, Sie können
|
ich darf
|
wir dürfen
|
du darfst
|
ihr dürft
|
er, sie, es darf
|
sie, Sie dürfen
|
ich muss
|
wir müssen
|
du musst
|
ihr müsst
|
er, sie, es muss
|
sie, Sie müssen
|
ich will
|
wir wollen
|
du willst
|
ihr wollt
|
er, sie, es will
|
sie, Sie wollen
|
ich soll
|
wir sollen
|
du sollst
|
ihr sollt
|
er, sie, es soll
|
sie, Sie sollen
|
ich mag
|
wir mögen
|
du magst
|
ihr mögt
|
er, sie, es mag
|
sie, Sie mögen
|
ich möchte
|
wir möchten
|
du möchtest
|
ihr möchtet
|
er, sie, es möchte
|
sie, Sie möchten
|
Τα Modalverben μπορούν να συνδυαστούν με την απρόσωπη αντωνυμία „man” - πάντα στο 3ο πρόσωπο ενικού.
-
man kannκανείς/κάποιος μπορεί
-
Hier kann man gut essen.Εδώ μπορεί κανείς να φάει καλά.
-
man mussκανείς/κάποιος πρέπει
-
Das muss man noch heute machen.Αυτό πρέπει κανείς να το κάνει ακόμα και σήμερα.
-
man sollκανείς/κάποιος πρέπει
-
Das soll man wiederholen.Αυτό πρέπει κανείς να το επαναλάβει.
-
man darfεπιτρέπεται κανείς/κάποιος
-
In diesem Raum darf man rauchen.Σε αυτήν την αίθουσα επιτρέπεται κανείς να καπνίζει.
Σύνθετα ρήματα
Υπάρχει χωριζόμενα και μη χωριζόμενα σύνθετα ρήματα.
Τα σύνθετα ρήματα αποτελούνται από το πρόθεμα και το ρήμα.
-
einkaufenψωνίζω
- ein + kaufen (= αγοράζω)
-
verstehenκαταλαβαίνω
- ver + stehen (= στέκομαι)
χωριζόμενα ρήματα
Το πρόθεμα είναι τονισμένο. Στο λεξικό βρίσκουμε:
Ich gehe gleich einkaufen.
|
= Πάω αμέσως να ψωνίσω. |
Ich kaufe nicht so gern ein.
|
= Δεν ψωνίζω ευχάριστα. |
Gestern kaufte sie den ganzen Tag ein.
|
= Χθες ψώνιζε όλη τη μέρα. |
Er sieht elegant aus.
|
= Δείχνει κομψός. |
Το πρόθεμα τροποποιεί την έννοια του ρήματος. (Το „Einpacken“ σχετίζεται με το „packen“. Το „Einkaufen“ σχετίζεται με το „kaufen“. )
Στον ενεστώτα και στον παρατατικό το πρόθεμα πάει στο τέλος της πρότασης.
Στην μετοχή παρακειμένου μπαίνει το „-ge-“ μεταξύ του προθέματος και του ρήματος.
kaufen (= αγοράζω) → ein-ge-kauft
Du hast aber viel eingekauft!
|
= Ψώνισες πολύ! |
Προθέματα στα χωριζόμενα ρήματα:
- ab- (= από)
- abfahren (= αναχωρώ)
- an- (= σε)
- ankommen (= φτάνω) , anprobieren (= δοκιμάζω)
- auf- (= σε)
- aufstehen (= σηκώνομαι)
- aus- (= από)
- austragen (= διεξάγω/διανέμω/διευθετώ) , aussehen (= φαίνομαι/δείχνω)
- bei- (= σε/κοντά σε)
- beibringen (= μαθαίνω/λέω/προξενώ)
- ein- (= ένα)
- einkaufen (= ψωνίζω) , einpacken (= πακετάρω)
- los- (= άντε/έλα)
- losgehen (= φεύγω)
- mit- (= με)
- mitkommen (= έρχομαι μαζί) , mitnehmen (= παίρνω μαζί)
- nach- (= προς)
- nachmachen (= μιμούμαι)
- vor- (= πριν από/από/μπροστά από)
- vorstellen (= φαντάζομαι/παρουσιάζω)
- zu- (= σε)
- zumachen (= κλείνω) , (da)zunehmen (= παχαίνω/αυξάνομαι)
Μη χωριζόμενα ρήματα
Το πρόθεμα είναι τονισμένο.
Ich kann das nicht verstehen.
|
= Δεν μπορώ να το καταλάβω. |
Το πρόθεμα αλλάζει την έννοια του ρήματος. (Το „Verstehen“ δεν σχετίζεται με το „stehen“.)
Στον ενεστώτα και στον παρατατικό το πρόθεμα μένει μαζί με το ρήμα.
Ich verstehe das nicht.
|
= Δεν το καταλαβαίνω. |
Den Urlaub verbrachte sie in den Alpen.
|
= Πέρασε τις διακοπές στις Άλπεις. |
Η μετοχή παρακειμένου δεν έχει κανένα „ge-”.
verstehen (= καταλαβαίνω) → verstanden (= κατάλαβα)
Du hast aber nichts verstanden!
|
= Δεν κατάλαβες όμως τίποτα! |
bekommen (= λαμβάνω) → bekommen (= έλαβα)
Ich habe einen neuen Computer bekommen.
|
= Έλαβα έναν νέο υπολογιστή. |
Προθέματα στα μη χωριζόμενα ρήματα:
- be-
- bekommen (= λαμβάνω)
- ge-
- gefallen (= μου αρέσει)
- emp-
- empfehlen (= συστήνω/προτείνω)
- ent-
- entschuldigen (= ζητώ συγγνώμη)
- er-
- erzählen (= διηγούμαι)
- miss-
- missbrauchen (= κακομεταχειρίζομαι)
- ver-
- verstehen (= καταλαβαίνω)
- zer-
- zerstören (= καταστρέφω)
Προστακτική
Η Προστακτική χρησιμοποιείται για αιτήματα, εντολές, συμβουλές ή οδηγίες.
Η Προστακτική διαμορφώνεται για τις ακόλουθες μορφές:
- du (= εσύ)
- εσύ - για ένα πρόσωπο,
- ihr (= εσείς)
- εσείς - για δύο ή παραπάνω πρόσωπα,
- Sie (= Εσείς)
- Εσείς - ως τύπος ευγενείας για ένα ή περισσότερα πρόσωπα.
Η Προστακτική για τη μορφή „du” (εσύ) διαμορφώνεται χωρίς την προσωπική αντωνυμία „du” και χωρίς κατάληξη „-st”.
- du kommst (= εσύ έρχεσαι) → Komm! (= Έλα!)
- du gibst (= εσύ δίνεις) → Gib! (= Δώσε!)
- du nimmst (= εσύ παίρνεις) → Nimm! (= Πάρε!)
- du gehst (= εσύ πηγαίνεις) → Geh! (= Πήγαινε!)
Geh ins Fitnesstudio!
|
= Πήγαινε στο γυμναστήριο! |
Η Προστακτική για τη μορφή „ihr” (εσείς) διαμορφώνεται χωρίς την προσωπική αντωνυμία „ihr”.
- ihr kommt (= εσείς έρχεστε) → Kommt! (= Ελάτε!)
- ihr gebt (= εσείς δίνετε) → Gebt! (= Δώστε!)
- ihr nehmt (= εσείς παίρνετε) → Nehmt! (= Πάρτε!)
- ihr feiert (= εσείς γιορτάζετε) → Feiert! (= Γιορτάστε!)
Feiert, tanzt und trinkt mit mir!
|
= Γιορτάστε, χορέψτε και πιείτε μαζί μου! |
Η Προστακτική για τη μορφή „Sie” (Εσείς) διαμορφώνεται με αλλαγή της σειράς των λέξεων.
- Sie gehen (= Εσείς πηγαίνετε) → Gehen Sie! (= Πηγαίντε!)
- Sie geben (= Εσείς δίνετε) → Geben Sie! (= Δώστε!)
- Sie kommen (= Εσείς έρχεστε) → Kommen Sie! (= Ελάτε!)
- Sie nehmen (= Εσείς παίρνετε) → Nehmen Sie! (= Πάρτε!)
- Sie ziehen an (= Εσείς φοράτε) → Ziehen Sie an! (= Φορέστε!)
Ziehen Sie einen Anzug an!
|
= Φορέστε ένα κοστούμι! |
Τα ρήματα με διαλυτικά (Umlaut) στο 2ο και 3ο πρόσωπο ενικού χάνουν αυτά τα διαλυτικά (Umlaut) στην Προστακτική.
- du schläfst (= εσύ κοιμάσαι) → Schlaf! (= Κοιμήσου)
- du fährst (= εσύ πηγαίνεις) → Fahr! (= Πήγαινε!)
Τα ρήματα με κατάληξη θέματος : „-t”, „-d”, „-ig”, „-er”, „-el” λαμβάνουν στη μορφή „du” (εσύ) την κατάληξη „-e”.
- du wartest (= εσύ περιμένεις) → Warte! (= Περίμενε!)
- du entschuldigst dich (= εσύ ζητάς συγγνώμη) → Entschuldige dich! (= Ζήτα συγγνώμη!)
- du lächelst (= εσύ χαμογελάς) → Lächle! (= Χαμογέλα!)
Ανώμαλες προστακτικές μορφές
sein (= είμαι)
- du (= εσύ) → Sei! (= Να είσαι!)
- ihr (= εσείς) → Seid! (= Να είστε!)
- Sie (= Εσείς) → Seien Sie! (= Να είστε!)
haben (= έχω)
- du (= εσύ) → Hab! (= Έχε!)
- ihr (= εσείς) → Habt! (= Έχετε!)
- Sie (= Εσείς) → Haben Sie! (= Έχετε!)
werden (= γίνομαι)
- du (= εσύ) → Werde! (= Γίνε!)
- ihr (= εσείς) → Werdet! (= Γίνετε!)
- Sie (= Εσείς) → Werden Sie! (= Γίνετε!)
Προστακτική - μορφή „wir“ (εμείς)
Η Προστακτική για τη μορφή „wir” (εμείς) διαμορφώνεται με αλλαγή της σειράς των λέξεων.
- wir gehen (= εμείς πάμε) → Gehen wir! (= Πάμε!)
- wir kommen (= εμείς ερχόμαστε) → Kommen wir! (= Ας έλθουμε!)
- wir geben (= εμείς δίνουμε) → Geben wir! (= Ας δώσουμε!)
- wir nehmen (= εμείς παίρνουμε) → Nehmen wir! (= Ας πάρουμε!)
Gehen wir hin!
|
= Πάμε προς τα εκεί! |
Kaufen wir es hier!
|
= Ας το αγοράσουμε εδώ! |
Παρατατικός
Ο παρατατικός είναι παρελθοντικός τύπος, ο οποίος χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον στις εξιστορήσεις. Ο παρατατικός χρησιμοποιείται στα γραπτά κείμενα.
Το 1ο και το 3ο πρόσωπο στον παρατατικό είναι πάντα ίδιο.
Ομαλά ρήματα
|
–te |
|
–test |
|
–te |
|
-ten |
|
-tet |
|
-ten |
ich kaufte
|
wir kauften
|
du kauftest
|
ihr kauftet
|
er, sie, es kaufte
|
sie, Sie kauften
|
Ομαλά ρήματα με κατάληξη θέματος:
- -t-
-
arbeiten
- -d-
-
baden
- -tm-
-
atmen
- -chn-
-
zeichnen
- -ffn-
-
öffnen
|
-ete |
|
-etest |
|
-ete |
|
-eten |
|
-etet |
|
-eten |
ich wartete
|
wir warteten
|
du wartetest
|
ihr wartetet
|
er, sie, es wartete
|
sie, Sie warteten
|
Ανώμαλα ρήματα
|
— |
|
-st |
|
— |
|
-en |
|
-t |
|
-en |
ich ging
|
wir gingen
|
du gingst
|
ihr gingt
|
er, sie, es ging
|
sie, Sie gingen
|
ich ließ
|
wir ließen
|
du ließt
|
ihr ließt
|
er, sie, es ließ
|
sie, Sie ließen
|
Er ließ wieder seinen Kampfhund ohne Beißkorb und Leine frei im Haus herumlaufen.
|
= Άφησε πάλι τον σκύλο του χωρίς φίμωτρο και σκοινί να τρέχει ελεύθερος στο σπίτι. |
Όταν κάποιος διηγείται για το παρελθόν και χρησιμοποιεί τα „haben”, „sein” και Modalverben, χρησιμοποιεί σχεδόν πάντα παρατατικό, ακόμα και αν ολόκληρο το κείμενο είναι στον παρακείμενο.
Στον παρατατικό το 1ο και το 3ο πρόσωπο είναι πάντα ίδια.
ich hatte
|
wir hatten
|
du hattest
|
ihr hattet
|
er, sie, es hatte
|
sie, Sie hatten
|
Alle Schülerinnen und Schüler hatten gute Noten.
|
= Όλες οι μαθήτριες και οι μαθητές είχαν καλούς βαθμούς. |
ich war
|
wir waren
|
du warst
|
ihr wart
|
er, sie, es war
|
sie, Sie waren
|
Letztes Schuljahr war ein gutes Jahr.
|
= Η προηγούμενη σχολική χρονιά ήταν μια καλή χρονιά. |
ich konnte
|
wir konnten
|
du konntest
|
ihr konntet
|
er, sie, es konnte
|
sie, Sie konnten
|
Ich konnte nicht dorthin fahren.
|
= Δεν μπορώ να πάω προς τα εκεί. |
ich musste
|
wir mussten
|
du musstest
|
ihr musstet
|
er, sie, es musste
|
sie, Sie mussten
|
Für meinen Job als Journalistin musste ich meine Aussprache verbessern.
|
= Για τη δουλειά μου ως δημοσιογράφος έπρεπε να βελτιώσω την προφορά μου. |
ich durfte
|
wir durften
|
du durftest
|
ihr durftet
|
er, sie, es durfte
|
sie, Sie durften
|
Ich durfte einen Kurs in Schwerin besuchen.
|
= Μπορούσα να παρακολουθήσω ένα μάθημα στο Σβερίν. |
ich wollte
|
wir wollten
|
du wolltest
|
ihr wolltet
|
er, sie, es wollte
|
sie, Sie wollten
|
Ich wollte schnell neue Leute kennen lernen.
|
= Ήθελα να γνωρίσω γρήγορα νέους ανθρώπους. |
ich sollte
|
wir sollten
|
du solltest
|
ihr solltet
|
er, sie, es sollte
|
sie, Sie sollten
|
Ich sollte einen Kurs in Berlin besuchen.
|
= Έπρεπε να παρακολουθήσω ένα μάθημα στο Βερολίνο. |
ich mochte
|
wir mochten
|
du mochtest
|
ihr mochtet
|
er, sie, es mochte
|
sie, Sie mochten
|
Ich mochte dich nicht
|
= δε σε ήθελα |
Παρακείμενος
Ο παρακείμενος είναι ο τύπος αορίστου χρόνου.
Ο παρακείμενος σχηματίζεται μέσω της συζευγμένης μορφής του βοηθητικού ρήματος („haben” oder „sein”) και η μετοχή παρακειμένου στο τέλος της πρότασης.
μετοχή παρακειμένου
Ομαλά ρήματα
Κατανομή στο θέμα του ρήματος: πρόθεμα „ge-” και κατάληξη „-t”.
- machen (= κάνω) → ge–mach–t
- kaufen (= αγοράζω) → ge–kauf–t
- zeigen (= δείχνω) → ge-zeig-t
Ich habe ihr ein paar wichtige Gebäude gezeigt.
|
= Σας έδειξα ορισμένα σημαντικά κτίρια |
Στα ρήματα που το θέμα του ρήματος λήγει σε „-t-“, „-d-“, „-tm-“, „-chn-“, „-ffn- / κατανομή στο θέμα του ρήματος: πρόθεμα „ge-” και κατάληξη „-et”.
- warten (= περιμένω) → ge–wart–et
- baden (= κάνω μπάνιο) → ge–bad–et
- atmen (= αναπνέω) → ge–atm–et
- zeichnen (= σχεδιάζω) → ge–zeichn–et
- öffnen (= ανοίγω) → ge–öffn-et
Ανώμαλα ρήματα
Τη μετοχή παρακειμένου των ανώμαλων ρημάτων πρέπει να τη μάθει κανείς απ'έξω. Συνήθως λήγει σε „-en”.
- treffen (= συναντώ) → getroffen
Wen hast du im Park getroffen?
|
= Ποιον συνάντησες στο πάρκο; |
- denken (= σκέφτομαι) → gedacht
Gestern habe ich ganz intensiv an dich gedacht.
|
= Χθες σε σκεφτόμουν πολύ έντονα. |
χωριζόμενα ρήματα
Στα ομαλά και στα ανώμαλα χωριζόμενα ρήματα είναι το πρόθεμα „ge-“ μεταξύ του προθέματος του ρήματος και του θέματός του.
- einkaufen (= ψωνίζω) → ein–ge–kauf–t
- ausfüllen (= συμπληρώνω) → aus–ge–füll-t
- aufstehen (= σηκώνομαι) → auf–ge–stand–en
Dort haben wir zuerst einen Haufen von Formularen ausgefüllt.
|
= Εκεί συμπληρώσαμε στην αρχή ένα σωρό έντυπα. |
Μετοχή παρακειμένου χωρίς „ge-”
Στα ομαλά και ανώμαλα μη χωριζόμενα ρήματα (με: „be-”, „ge-”, „emp-”, „ent-”, „er-”, „miss-”, „ver-”, „zer-”) δεν υπάρχει το πρόθεμα „ge-”.
- bestehen (= υπάρχω/αποτελούμαι) → bestand–en
- gefallen (= μου αρέσει) → gefall–en
- empfinden (= αισθάνομαι/νιώθω) → empfund–en
- entschuldigen (= συγχωρώ) → entschuldig–t
- erzählen (= διηγούμαι) → erzähl–t
- missbrauchen (= κακομεταχειρίζομαι) → missbrauch–t
- verstehen (= καταλαβαίνω) → verstand–en
- zerstören (= καταστρέφω) → zerstör–t
Ich habe schon versucht, den Computer zu starten.
|
= Έχω ήδη προσπαθήσει να ανοίξω τον υπολογιστή. |
Zuerst haben wir uns bei der Ausländerbehörde im Stadthaus erkundigt.
|
= Αρχικά ζητήσαμε πληροφορίες στην μεταναστευτική αρχή στο Δημαρχείο. |
Τα ρήματα με κατάληξη „-ieren“ δεν έχουν „ge-“ και είναι πάντα ομαλά.
- informieren (= πληροφορούμαι) → informier–t
- studieren (= σπουδάζω) → studier–t
Hast du es schon kontrolliert?
|
= Το έχεις ήδη ελέγξει; |
Hast du ein Virenprogramm installiert?
|
= Έχεις εγκαταστήσει πρόγραμμα antivirus; |
Παρακείμενος με „sein“
Το βοηθητικό ρήμα „sein“ χρησιμοποιείται, όταν το ρήμα:
-
Η κίνηση του υποκειμένου από το Α στο Β: „kommen“, „gehen“, „laufen“, „springen“, „ziehen“ εκφράζεται:
Wir sind nach Wien gekommen.= Ήρθαμε στη Βιέννη. Er ist erst spät nach Hause gekommen.= Ήρθε αργά στο σπίτι. Ich bin ins Kino gegangen.= Πήγα στο σινεμά. Sie ist vor kurzem von der Türkei nach Deutschland gezogen.= Μετακόμισε πρόσφατα από την Τουρκία στη Γερμανία. -
Στην αλλαγή της κατάστασης του υποκειμένου, όπως: „aufwachen“, „einschlafen“, „wachsen“, „sterben“:
Ich bin sofort eingeschlafen.= Αποκοιμήθηκα αμέσως. Du bist aber groß gewachsen!= Μεγάλωσες! Hermann Hesse ist 1962 in der Schweiz gestorben.= Ο Herman Hesse πέθανε το 1962 στην Ελβετία. -
στα ρήματα:
-
seinείμαι
-
Ich bin gestern im Kino gewesen.Ήμουν χθες στο σινεμά.
-
werdenγίνομαι
-
Sie ist Mathematiklehrerin geworden.Έγινε δασκάλα μαθηματικών.
-
bleibenμένω
-
Die ganze Woche ist er wegen der Grippe zu Hause geblieben.Έμεινε στο σπίτι όλη τη βδομάδα εξαιτίας της γρίπης.
-
passierenσυμβαίνει
-
Was ist passiert?Τι συνέβη;
-
geschehenσυμβαίνω/γίνομαι
-
Was ist geschehen?Τι συνέβη;
-
begegnenσυναντώ
-
Ich bin ihm im Park begegnet.Τον συνάντησα στο πάρκο.
-
Παρακείμενος με το „haben“
Το βοηθητικό ρήμα „haben“ χρησιμοποιείται σε όλα τα ρήματα με αιτιατική (ακόμα και στην κίνηση του υποκειμένου).
Ich habe die reservierten Karten für die Sonntagsvorstellung abgeholt.
|
= Πήρα τα κρατημένα εισιτήρια για την παράσταση της Κυριακής. |
Sie haben das gleiche Kleid gekauft.
|
= Αγόρασαν το ίδιο φόρεμα. |
Was hast du ihr gegeben?
|
= Τι της έδωσες; |
Ich habe den Berg schon mehrmals bestiegen.
|
= Έχω ανέβει το βουνό ήδη πολλές φορές. |
Το βοηθητικό ρήμα „haben“ χρησιμοποιείται σε όλα τα αυτοπαθή ρήματα (ακόμα και στην κίνηση του υποκειμένου).
Die Kinder haben sich vor dem Schlafen gewaschen.
|
= Τα παιδιά πλύθηκαν πριν τον ύπνο. |
Ich habe mich an das Fenster gesetzt.
|
= Κάθησα στο παράθυρο. |
Αυτοπαθή ρήματα
Μερικά ρήματα απαιτούν την αυτοπαθή αντωνυμία „sich”.
sich beeilen
|
= βιάζομαι |
sich freuen
|
= χαίρομαι |
sich interessieren
|
= ενδιαφέρομαι |
sich fühlen
|
= αισθάνομαι, νιώθω |
sich treffen
|
= συναντιέμαι |
Η αυτοπαθής αντωνυμία μπορεί να σημαίνει ότι η δραστηριότητα στρέφεται προς το υποκείμενο.
-
sich waschenπλένομαι
-
Der Junge wäscht sich.Το αγόρι πλένεται.
-
sich kämmenχτενίζομαι
-
Die Mädchen kämmen sich.Τα κορίτσια χτενίζονται.
-
sich verletzenτραυματίζομαι
-
Ich habe mich verletzt.Τραυματίστηκα.
Η αυτοπαθής αντωνυμία πρέπει να συζευχθεί.
ich wasche mich
|
wir waschen uns
|
du wäschst dich
|
ihr wascht euch
|
er, sie, es wäscht sich
|
sie, Sie waschen sich
|
Όταν η αυτοπαθής αντωνυμία απαιτεί ένα αντικείμενο στην αιτιατική, αλλάζει η αυτοπαθής αντωνυμία:
ich wasche mir die Hände
|
wir waschen uns die Hände
|
du wäschst dir die Hände
|
ihr wascht euch die Hände
|
er, sie, es wäscht sich die Hände
|
sie, Sie waschen sich die Hände
|
Εκτός από την αυτοπαθή χρήση μπορούν τα ρήματα να χρησιμοποιηθούν και για να δείξουν μία αλληλοπαθή (αμοιβαία) σχέση. Σε μία αλληλοπαθή σχέση συμπεριλαμβάνονται πάντα τουλάχιστον δύο άτομα. Επομένως, το ρήμα και η αλληλοπαθής αντωνυμία είναι πάντα στον πληθυντικό.
Τα αλληλοπαθή ρήματα εμφανίζονται μόνο με υποκείμενα στον πληθυντικό. Επομένως, χρησιμοποιείται ο πληθυντικός αριθμός των αυτοπαθών αντωνυμιών uns, euch και sich.
- sich kennenlernen (= γνωρίζομαι με κάποιον) → Wir haben uns in der Grundschule kennen gelernt. (= Γνωριστήκαμε στο δημοτικό.) → Ich habe Helga in der Grundschule kennengelernt. Helga hat mich in der Grundschule kennen gelernt. (= Γνώρισα την Helga στο δημοτικό. Η Helga με γνώρισε στο δημοτικό.)
- sich gut verstehen (= συνεννοούμαι) → Wir haben uns sofort gut verstanden. (= Συνεννοηθήκαμε αμέσως.)
- sich begrüßen (= χαιρετάω, χαιρετιέμαι) → Herr Hansen und seine Nachbarin begrüßen sich jeden Morgen auf der Straße. (= Ο κύριος Hansen και η γειτόνισσά του χαιρετιούνται κάθε πρωί στον δρόμο.) → Herr Hansen begrüßt seine Nachbarin; Die Nachbarin begrüßt Herrn Hansen. (= Ο κύριος Hansen χαιρετάει τη γειτόνισσά του, η γειτόνισσα χαιρετάει τον κύριο Hansen.)
Παθητική
Η παθητική χρησιμοποιείται όταν η πιο σημαντική πληροφορία στην πρόταση είναι μια δραστηριότητα και όχι ο εκτελεστής.
In einem Restaurant wirst du praktisch ausgebildet.
|
= Σε ένα εστιατόριο θα κάνεις πρακτική άσκηση. |
Η παθητική σχηματίζεται με το συζευγμένο βοηθητικό ρήμα „werden“ και με τη μετοχή παθητικού παρακειμένου στο τέλος της πρότασης.
Aktiv (= Ενεργητικός)
Ich koche die Suppe.
|
= Μαγειρεύω τη σούπα. |
Der Lehrer korrigiert die Tests.
|
= Ο δάσκαλος διορθώνει τα τεστ. |
Passiv (= Παθητικός)
Die Suppe wird gekocht.
|
= Η σούπα μαγειρεύεται. |
Die Tests werden korrigiert.
|
= Τα τεστ διορθώνονται. |
Τον εκτελεστή μπορούμε να τον εκφράσουμε με „von + Dativ“ (από + δοτική).
Die Suppe wird von mir gekocht.
|
= Η σούπα μαγειρεύεται από εμένα. |
Die Teste werden vom Lehrer korrigiert.
|
= Τα τεστ διορθώνονται από τον δάσκαλο. |
Παθητική φωνή με τα βοηθητικά ρήματα Modalverben
Γίνεται να χρησιμοποιηθεί η Παθητική με τα βοηθητικά ρήματα können, müssen, dürfen και sollen. Το βοηθητικό ρήμα μπορεί να είναι στον Ενεστώτα ή στον Παρατατικό.Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί εκτός από τα βοηθητικά ρήματα και το επίσης βοηθητικό ρήμα werden και η εκάστοτε μετοχή του παθητικού παρακειμένου του κυρίου ρήματος.
Ενεργητικός | Παθητικός |
---|---|
Der Vater kann das Auto reparieren.
Ο πατέρας μπορεί να επισκευάσει το αυτοκίνητο.
|
Das Auto kann von dem Vater repariert werden.
Το αυτοκίνητο μπορεί να επισκευαστεί από τον πατέρα.
|
Die Mutter muss die Kinder zur Schule bringen.
Η μητέρα πρέπει να πάει τα παιδιά στο σχολείο.
|
Die Kinder müssen von der Mutter zur Schule gebracht werden.
Τα παιδιά πρέπει να μεταφερθούν στο σχολείο από τη μητέρα.
|
Die Kinder dürfen den Computer benutzen.
Τα παιδιά επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τον υπολογιστή.
|
Der Computer darf von den Kindern benutzt werden.
Ο υπολογιστής επιτρέπεται να χρησιμοποιείται από τα παιδιά.
|
Die Kinder sollen die Betten machen.
Τα παιδιά πρέπει να φτιάξουν τα κρεβάτια.
|
Die Betten sollen von den Kindern gemacht werden.
Τα κρεβάτια πρέπει να φτιαχτούν από τα παιδιά.
|
Παθητική Παρατατικού
Ο Παρατατικός Παθητικής Φωνής σχηματίζεται με τον Παρατατικό χρόνο από το werden και τη μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος.Παθητική Ενεστώτα | Παρατατικός Παθητικής Φωνής |
---|---|
Ich werde in einem Restaurant ausgebildet.
Εγώ εκπαιδεύομαι σε ένα εστιατόριο.
|
Ich wurde in einem Restaurant ausgebildet.
Εγώ εκπαιδεύτηκα σε ένα εστιατόριο.
|
Du wirst in einem Restaurant ausgebildet.
Εσύ εκπαιδεύεσαι σε ένα εστιατόριο.
|
Du wurdest in einem Restaurant ausgebildet.
Εγώ εκπαιδεύτηκα σε ένα εστιατόριο.
|
Er/sie/es wird in einem Restaurant ausgebildet.
Αυτός/αυτή/αυτό εκπαιδεύεται σε ένα εστιατόριο.
|
Er/sie/es wurde in einem Restaurant ausgebildet.
Αυτός/αυτή/αυτό εκπαιδεύτηκε σε ένα εστιατόριο.
|
Wir werden in einem Restaurant ausgebildet.
Εμείς εκπαιδευόμαστε σε ένα εστιατόριο.
|
Wir wurden in einem Restaurant ausgebildet.
Εμείς εκπαιδευτήκαμε σε ένα εστιατόριο.
|
Ihr werdet in einem Restaurant ausgebildet.
Εσείς εκπαιδεύεστε σε ένα εστιατόριο.
|
Ihr wurdet in einem restaurant ausgebildet.
Εσείς εκπαιδευτήκατε σε ένα εστιατόριο.
|
Sie/sie werden in einem Restaurant ausgebildet.
Αυτοί εκπαιδεύονται σε ένα εστιατόριο.
|
Sie/sie wurden in einem Restaurant ausgebildet.
Αυτοί εκπαιδεύτηκαν σε ένα εστιατόριο.
|
Weißt du nicht, Mama, Neymar wurde doch bei der letzten WM am Rücken verletzt!
|
= Δεν ξέρεις μαμά, ο Neymar τραυματίστηκε όντως στο τελευταίο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στην πλάτη! |
Das Formular wurde nicht richtig ausgefüllt.
|
= Το έντυπο δε συμπληρώθηκε σωστά. |
Das Geld wurde gestern abgebucht.
|
= Τα χρήματα χρεώθηκαν χθες. |
Frau Müller wurde nicht zur Geburtstagsparty von Ihrer Nachbarin eingeladen.
|
= Η κυρία Müller δεν καλέστηκε στο πάρτυ γενεθλίων της γειτόνισσάς της. |
Auf der Party wurde gestern viel getanzt und gelacht.
|
= Στο πάρτυ χθες είχε πολύ χορό και γέλιο. |
Υποτακτική ΙΙ
Η Υποτακτική ΙΙ χρησιμοποιείται στα γερμανικά για να εκφράσει παράκληση, επιθυμία, μη πραγματικό/δυνατότητες και υποθέσεις. Η Υποτακτική ΙΙ σχηματίζεται με το βοηθητικό ρήμα „würden“ και το απαρέμφατο στο τέλος του πρότασης.
Το „würden“ κλίνεται
ich würde
|
wir würden
|
du würdest
|
ihr würdet
|
er, sie, es würde
|
sie, Sie würden
|
Würden Sie mir bitte Ihre Telefonnummer sagen?
|
= Θα μου πείτε παρακαλώ το νούμερο του τηλεφώνου σας; |
Was würden Sie empfehlen?
|
= Τι θα προτείνατε; |
Τα ρήματα „sein”, „haben” και τα Modalverben σχηματίζουν την Υποτακτική με τους τύπους του Παρατατικού και με διαλυτικά (Umlaut).
ich hätte
|
wir hätten
|
du hättest
|
ihr hättet
|
er, sie, es hätte
|
sie, Sie hätten
|
ich wäre
|
wir wären
|
du wärst
|
ihr wäret
|
er, sie, es wäre
|
sie, Sie wären
|
ich könnte
|
wir könnten
|
du könntest
|
ihr könntet
|
er, sie, es könnte
|
sie, Sie könnten
|
ich müsste
|
wir müssten
|
du müsstest
|
ihr müsstet
|
er, sie, es müsste
|
sie, Sie müssten
|
ich dürfte
|
wir dürften
|
du dürftest
|
ihr dürftet
|
er, sie, es dürfte
|
sie, Sie dürften
|
ich sollte
|
wir sollten
|
du solltest
|
ihr solltet
|
er, sie, es sollte
|
sie, Sie sollten
|
Με την υποτακτική μπορεί κανείς να εκφράσει μία ευχή. Συχνά χρησιμοποιούνται μαζί και οι λέξεις „doch“, „bloß“ και „nur“.
Wenn er doch bald kommen würde!
|
= Αν ερχόταν σύντομα! |
Wenn ich nur Urlaub hätte!
|
= Αν είχα μόνο διακοπές! |
Wenn du bloß anrufen würdest!
|
= Αν μόνο είχες τηλεφωνήσει! |
Ach, wenn ich ihn heute noch treffen würde!
|
= Αχ, αν τον συναντούσα σήμερα! |
Με την υποτακτική μπορεί κανείς να εκφράσει μία συμβουλή. Σε αυτήν την περίπτωση χρησιμοποιείται το Modalverb „sollen“.
Du solltest im Bett liegen.
|
= Θα έπρεπε να είσαι στο κρεβάτι. |
Er sollte zum Arzt gehen.
|
= Θα έπρεπε να πάει στον γιατρό. |
Du solltest dir eine neue Brille kaufen.
|
= Θα έπρεπε να αγοράσεις νέα γυαλιά. |
Με την Υποτακτική μπορεί κάποιος να εκφράσει κάτι μη ρεαλιστικό/μία πιθανότητα.
Wenn du schneller laufen könntest, würden wir den Bus nicht verpassen.
|
= Αν μπορούσες να τρέξεις γρηγορότερα, δε θα χάναμε το λεωφορείο. |
Με την Υποτακτική μπορεί κανείς να εκφράσει μια υπόθεση.
Es ist zwar noch nicht sehr spät, aber er könnte schon zu Hause sein.
|
= Δεν είναι μεν πολύ αργά, θα μπορούσε, όμως, δε, να είναι ήδη στο σπίτι. |
Μια θερμή παράκληση μπορεί να εκφραστεί σε μια ερωτηματική πρόταση με την Υποτακτική ΙΙ:
Könnten Sie das Fenster zumachen?
|
= Θα μπορούσατε να κλείσετε το παράθυρο; |
Könntest du das Radio reparieren?
|
= Θα μπορούσες να επισκευάσεις το ραδιόφωνο; |
Würden Sie das Radio anmachen?
|
= Θα ανοίγατε (=θα μπορούσατε να ανοίξετε) το ραδιόφωνο; |
Würdest du mir einen Stift leihen?
|
= Θα μου δάνειζες (=θα μπορούσες να μου δανείσεις) ένα στυλό; |
Könnte ich das Fenster wieder zumachen?
|
= Θα μπορούσα να κλείσω ξανά το παράθυρο; |
Dürfte ich Ihre Reisetasche auf die Gepäckablage legen?
|
= Θα μπορούσα να βάλω το σακ-βουαγιάζ στο ράφι αποσκευών; |
Könntest du mir bitte helfen, den Koffer nach oben zu tragen?
|
= Θα μπορούσες να με βοηθήσεις να τραβήξω προς τα πάνω τη βαλίτσα; |
Μέλλοντας
Στα γερμανικά αρκεί τις περισσότερες φορές να εκφραστεί η χρήση του Ενεστώτα με μία χρονική λέξη, μία σχετική με το μέλλον χρήση ή με σκοπό.
Wir ziehen in einem Monat nach Hamburg um.
|
= Θα μετακομίσουμε σε έναν μήνα στο Αμβούργο. |
Ich sehe morgen den neuen Film von James Bond.
|
= Θα δω αύριο τη νέα ταινία του James Bond. |
Ο Μέλλοντας είναι ένας χρόνος, ο οποίος ορίζει απευθείας ένα γεγονός στο μέλλον. Σχηματίζεται με το βοηθητικό ρήμα „werden“ και με το απαρέμφατο του αντίστοιχου ρήματος, το οποίο πρέπει να βρίσκεται στο τέλος της πρότασης.
Ich werde sehr viel lernen.
Θα μάθω πολλά.
|
Wir werden sehr viel lernen.
Θα μάθουμε πολλά.
|
Du wirst sehr viel lernen.
Θα μάθεις πολλά.
|
Ihr werdet sehr viel lernen.
Θα μάθετε πολλά.
|
Er/sie/es wird sehr viel lernen.
Αυτός/αυτή/ αυτό θα μάθει πολλά.
|
Sie/sie werden sehr viel lernen.
Θα μάθουν/ θα μάθετε (πληθυντικός ευγενείας) πολλά.
|
Bei dem Umweltprojekt werde ich sehr viel lernen – andere Dinge als in der Schule.
|
= Στο περιβαλλοντικό πρόγραμμα θα μάθω πολλά - διαφορετικά πράγματα από το σχολείο. |
Ich werde eine schöne Frau heiraten.
|
= Θα παντρευτώ μία όμορφη κυρία. |
Wir werden in einem kleinen Haus mit einem Garten wohnen.
|
= Θα μείνουμε σε ένα μικρό σπίτι με κήπο. |
Wir werden unser ganzes Leben lang glücklich sein.
|
= Θα είμαστε σε όλη μας τη ζωή ευτυχισμένοι. |
Σύνταξη των ρημάτων
Τα περισσότερα ρήματα απαιτούν μία σταθερή σύνδεση με μία πρόθεση. Τα ρήματα με τις προθέσεις τους και κατόπιν με την ακόλουθη πτώση πρέπει δυστυχώς να τα μάθει κανείς απ'έξω.
Η λίστα των συνηθέστερων ρημάτων με τις προθέσεις τους:
achten auf + A
|
= δίνω προσοχή σε κάτι |
anfangen mit + D
|
= ξεκινάω με κάτι |
sich anmelden für + A
|
= εγγράφομαι σε κάτι |
antworten auf + A
|
= απαντάω σε κάτι |
arbeiten an + D
|
= δουλεύω σε κάτι |
sich ärgern über + A
|
= εκνευρίζομαι για κάτι |
beginnen mit + D
|
= ξεκινάω με κάτι |
sich beschäftigen mit + D
|
= ασχολούμαι με κάτι/κάποιον |
sich beschweren über + A
|
= παραπονιέμαι για κάτι |
bestehen aus + D
|
= αποτελούμαι από κάτι/κάποιους |
bitten um + A
|
= παρακαλάω για κάτι |
danken für + A
|
= ευχαριστώ για κάτι |
denken an + A
|
= σκέφτομαι κάτι/κάποιον |
diskutieren über + A
|
= συζητάω για κάτι |
einladen zu + D
|
= προσκαλώ σε |
sich entschuldigen bei + D / für + A
|
= ζητάω συγγνώμη από κάποιον για κάτι |
erfahren von + D
|
= μαθαίνω για κάτι |
fragen nach + D
|
= ρωτάω για κάτι |
sich freuen über + A / auf + A
|
= χαίρομαι για κάτι |
gehören zu + D
|
= ανήκω σε κάτι |
glauben an + A
|
= πιστεύω σε κάτι/κάποιον |
gratulieren zu + D
|
= συγχαίρω για κάτι |
grenzen an + D
|
= συνορεύω με κάτι/κάποιον |
hoffen auf + A
|
= ελπίζω σε κάτι |
sich interessieren für + A
|
= ενδιαφέρομαι για κάτι/κάποιον |
sich konzentrieren auf + A
|
= συγκεντρώνομαι σε κάτι |
sich kümmern um + A
|
= φροντίζω για κάτι/κάποιον |
lachen über + A
|
= γελάω για κάτι |
meinen von + D
|
= πιστεύω για κάτι |
reden über + A / von + D
|
= μιλάω για κάτι/κάποιον |
schreiben an + A / mit + D / über + A
|
= γράφω σε / με / για |
sorgen für + A / um + A
|
= φροντίζω για κάτι/κάποιον |
spielen mit + D
|
= παίζω με κάτι/κάποιον |
sprechen über + A / von + D / mit + D
|
= μιλάω για κάτι με κάποιον |
suchen nach + D
|
= ψάχνω για κάτι/κάποιον |
teilnehmen an + D
|
= λαμβάνω μέρος σε κάτι |
telefonieren mit + D
|
= τηλεφωνούμαι με κάποιον |
träumen von + D
|
= ονειρεύομαι κάτι |
trinken auf + A
|
= πίνω σε κάτι/κάποιον (στην υγεία κάποιου) |
sich unterhalten über + A
|
= συζητώ για κάτι/κάποιον |
übersetzen in + A / aus + D
|
= μεταφράζω σε/από |
sich verabschieden von + D
|
= αποχαιρετιέμαι από κάτι/κάποιον |
sich verstehen mit + D
|
= συνεννοούμαι με κάποιον |
warten auf + A
|
= περιμένω κάτι/κάποιον |
wissen von + D
|
= ξέρω κάτι |
wohnen bei + D
|
= μένω σε |
zufrieden sein mit + D
|
= είμαι ευχαριστημένος/η με κάτι/κάποιον |
Ich freue mich auf ein Wiedersehen.
|
= Θα χαρώ να ξανά ανταμώσουμε. |
Sie haben von Ihrem Kind erfahren, dass…
|
= Μάθατε από το παιδί σας, ότι... |
Σημαντικές δομές:
Ερώτηση για ένα άτομο
Πρόθεση + wem / wen ?
-
sprechen über + A.
μιλάω για -
sprechen über + A.
για ποιον;
-
fragen nach + D.
ρωτάω για κάτι -
nach wem?
για ποιον;
Für wen interessierst du dich?
|
= Για ποιον ενδιαφέρεσαι; |
Όταν κάποιος σχηματίζει ερώτηση για ένα πρόσωπο, η πτωτική ερώτηση πάει ( στην αιτιατική „wen“ ή στη δοτική „wem“) μετά την προ του ρήματος απαιτούμενη πρόθεση.
Ερώτηση για ένα πράγμα
wo + (r) + πρόθεση?
-
worüber?
για τι;
-
wonach?
για τι;
Worauf konzentrieren Sie sich?
|
= Σε τι συγκεντρώνεστε; |
Όταν κάποιος σχηματίζει ερώτηση για ένα πράγμα, η προ του ρήματος απαιτούμενη πρόθεση μπαίνει μετά τη λέξη „wo-“. Χρειάζεται ένα „–r-“ μεταξύ του „wo-“ και της πρόθεσης, όταν η πρόθεση ξεκινάει με φωνήεν.
Εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός
da + (r) + πρόθεση
-
darüber?
γι'αυτό;
-
danach?
γι'αυτό
Darüber muss ich mich wirklich ärgern.
|
= Πρέπει ειλικρινά να εκνευριστώ για αυτό. |
Όταν κάποιος σχηματίζει τον εμπρόθετο επιρρηματικό προσδιορισμό, η προ του ρήματος απαιτούμενη πρόθεση μπαίνει μετά τη λέξη da-“. Χρειάζεται ένα „–r-“ μεταξύ του „da-“ και της πρόθεσης, όταν η πρόθεση ξεκινάει με φωνήεν.
Ρήματα με πρόθεση
Στα γερμανικά πολλά ρήματα σχηματίζονται με μία συγκεκριμένη πρόθεση. Εξαρτάται από την πρόθεση, σε ποια πτώση θα είναι το ουσιαστικό.
- warten auf etwas (= περιμένω κάτι) (Αιτιατική)
-
- der Bus (= το λεωφορείο) → Ich warte auf den Bus (= Περιμένω το λεωφορείο.)
- das Geld (= τα χρήματα) → Ich warte auf das Geld. (= Περιμένω τα χρήματα)
- die Torte (= η τούρτα) → Ich warte auf die Torte. (= Περιμένω την τούρτα.)
- zufrieden sein mit etwas (= είμαι ευχαριστημένος/η με κάτι) (Δοτική)
-
- der Urlaub (= οι διακοπές) → Ich bin zufrieden mit dem Urlaub. (= Είμαι ευχαριστημένος/η με τις διακοπές.)
- die Reise (= το ταξίδι) → Ich bin zufrieden mit der Reise. (= Είμαι ευχαριστημένος/η με το ταξίδι.)
- das Buch (= το βιβλίο) → Ich bin zufrieden mit dem Buch. (= Είμαι ευχαριστημένος/η με το βιβλίο.)
Όταν κάποιος σχηματίζει την ερώτηση για ένα πράγμα, η πριν από το ρήμα απαιτούμενη πρόθεση στέκεται μετά από τη λέξη „wo-“. Χρειάζεται κανείς ένα „–r-“ μεταξύ του „wo-“ και της πρόθεσης, όταν η πρόθεση ξεκινάει με φωνήεν.Το ζήτημα αυτής της υπόθεσης είναι σε αυτήν την περίπτωση:
Worauf wartest du?
Τι περιμένεις;
|
Ich warte auf den Bus.
Περιμένω το λεωφορείο.
|
Womit bist du zufrieden?
Με τι είσαι ευχαριστημένος/η;
|
Mit dem Urlaub.
Με τις διακοπές.
|
Όταν κάποιος σχηματίζει ερώτηση σε ένα πρόσωπο, τότε η πτώση της ερώτησης είναι (στην Αιτιατική {1} / στη Δοτική {2}) μετά την πρόθεση του ρήματος.
Αιτιατική | Δοτική | |
---|---|---|
der Lehrer
ο δάσκαλος
|
Ich warte auf den Lehrer.
Περιμένω τον δάσκαλο.
|
|
das Hausmädchen
η βοηθός του σπιτιού
|
Ich warte auf das Hausmädchen.
Περιμένω τη βοηθό του σπιτιού.
|
Ich bin zufrieden mit dem Hausmädchen.
Είμαι ευχαριστημένος/η με τη βοηθό του σπιτιού.
|
die Lehrerin
η δασκάλα
|
Ich warte auf die Lehrerin.
Περιμένω τη δασκάλα.
|
Ich bin zufrieden mit der Lehrerin.
Είμαι ευχαριστημένη με τη δασκάλα.
|
der Urlaub
οι διακοπές
|
Ich bin zufrieden mit dem Urlaub.
Είμαι ευχαριστημένος/η με τις διακοπές.
|
Ρήματα με προθέσεις, που ακολουθεί πάντα Αιτιατική:
Οι προθέσεις auf, für, gegen,um, über χρειάζονται Αιτιατική, όταν χρησιμοποιούνται με ένα ρήμα που απαιτεί πρόθεση.
- sich interessieren für etwas/jemanden (= ενδιαφέρομαι για κάτι/κάποιον) → Wir interessieren uns nicht für Politik / für Politiker. (= Δεν ενδιαφερόμαστε για πολτική/ για πολιτικούς.)
- sich ärgern über etwas/jemanden (= εκνευρίζομαι με κάτι/κάποιον) → Die Mutter ärgert sich über den Verkehr/ über den Busfahrer. (= Η μητέρα εκνευρίζεται με την κίνηση / με τον οδηγό λεωφορείου.)
Ρήματα με προθέσεις, που ακολουθεί πάντα Δοτική:
Οι προθέσεις bei, mit, nach, aus, unter, von, zu, vor χρειάζονται Δοτική, όταν χρησιμοποιούνται με ένα ρήμα που απαιτεί πρόθεση.
Kinder, hört bitte mit dem Spielen auf, das Essen ist fertig!
|
= Παιδιά, σταματήστε παρακαλώ να παίζετε, το φαγητό είναι έτοιμο! |
Hilfst du mir bitte bei den Hausaufgaben?
|
= Θα με βοηθήσεις παρακαλώ με τις εργασίες του σπιτιού; |
Προθέσεις, μετα τις οποίες μπορεί να ακολουθήσει η Δοτική ή η Αιτιατική.
Οι προθέσεις an και in μπορούν ανάλογα με την περίπτωση να έχουν είτε την αιτιατική πτώση είτε τη δοτική πτώση, όταν χρησιμοποιούνται με ρήμα που απαιτεί πρόθεση.
Der Schüler denkt immer an die Schulferien.
|
= Ο μαθητής σκέφτεται πάντα τις σχολικές διακοπές. |
Hans nimmt an einem Italienischkurs teil.
|
= Ο Hans λαμβάνει μέρος σε ένα μάθημα ιταλικών. |
Το βοηθητικό ρήμα "sollen"
Το βοηθητικό ρήμα sollen θα χρειαστεί επίσης, για να εκφράσει ανάγκη, η οποία δεν είναι υποκειμενική. Συχνά πρόκειται σε αυτήν την περίπτωση για μία προτροπή, μία ευχή ή μία εντολή ενός τρίτου προσώπου.
Ich soll heute bis 22 Uhr im Büro bleiben. (Mein Chef hat das gesagt / er möchte das von mir.)
|
= Σήμερα πρέπει να μείνω στο γραφείο μέχρι τις 22:00 η ώρα. (Ο μάγειράς μου μου το είπε / αυτό ήθελε από μένα.) |
Meine Mutter soll abends weniger essen. (Ihr Arzt hat das gesagt. “Essen Sie abends weniger!”)
|
= Η μητέρα μου πρέπει τα βράδια να τρώει λιγότερο. (Ο γιατρός της το είπε: "Φάτε λιγότερο τα βράδια!".) |
Κλίση του sollen στην Υποτακτική στον Ενεστώτα
Στον τύπο ΙΙ της Υποτακτικής του sollen (=πρέπει) εκφράζεται μία πρόταση, μία σύσταση ή συμβουλή.
ich sollte
|
wir sollten
|
du solltest
|
ihr solltet
|
er, sie, es sollte
|
sie, Sie sollten
|
Natalie, du solltest gleich mit der Suche anfangen.
|
= Natalie, πρέπει να ξεκινήσεις αμέσως με την αναζήτηση. |
Du solltest den Mut nicht verlieren.
|
= Δεν πρέπει να χάσεις το κουράγιο. |